Η χρησιμοποίηση του οξυγόνου προϋποθέτει την αυξημένη συγκέντρωση και λειτουργία ενζύμων και άλλων ουσιών σε επίπεδο μυϊκού ιστού, κάτι που απαιτεί αρκετό χρόνο και χώρο για να εξηγηθεί και που θα γίνει σε άλλο άρθρο.
Το ίδιο όμως σημαντικό για την απόδοση είναι και η μεταφορά του οξυγόνου. Η μεταφορά του οξυγόνου γίνεται διαμέσου μιας πρωτεΐνης του αίματος, της αιμοσφαιρίνης. Για να μπορέσει να είναι λειτουργική η πρωτεΐνη θα πρέπει να υπάρχει και η παρουσία σιδήρου, αφού αυτό το ιχνοστοιχείο βοηθάει στη δέσμευση του οξυγόνου στο μόριο της αιμοσφαιρίνης. Θα μπορούσε να πει κανείς πως όσο μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση του σιδήρου τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η λειτουργικότητα της αιμοσφαιρίνης, άρα και η απόδοση θα είναι καλύτερη.
Αυτή η σκέψη είναι καλή και εν μέρει έχει μια βάση αληθείας. Έτσι θα μπορούσε κάποιος να πάρει συμπληρωματικά σίδηρο, να αυξήσει τη συγκέντρωση και λειτουργικότητα της αιμοσφαιρίνης και να αποδώσει καλύτερα, τόσο σε αερόβια αθλήματα όσο και σε αθλήματα ισχύος (αυτό ισχύει όσο και εάν ακούγεται παράξενο σε μερικούς). Ωστόσο, η συμπληρωματική λήψη σιδήρου εγκυμονεί κινδύνους και δε θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να γίνεται αλόγιστα. Ο σίδηρος είναι ένα ιχνοστοιχείο, που μαζί με το χαλκό είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία ελευθέρων ριζών, που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε προβλήματα υγείας. Ο σίδηρος επίσης είναι ένα ιχνοστοιχείο το οποίο διατηρείται σε υψηλό βαθμό στον οργανισμό και δεν μπορεί να απεκκριθεί εύκολα. Αφαιρείται κανονικά από το σώμα μόνο παθητικά, μέσω κυτταρικής απόπτωσης από το δέρμα ή τη γαστρεντερική οδό.
Η βιβλιογραφία αναφέρει μια περίπτωση (αιμοχρωμάτωση) υπερφόρτωσης σιδήρου που συνδέεται με αυξημένη εντερική απορρόφηση του σιδήρου, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε εναπόθεση υπερβολικών ποσοτήτων σιδήρου στα παρεγχυματικά κύτταρα. Η κατάσταση αυτή οδηγεί τελικά σε καταστροφή των ιστών και οργανική δυσλειτουργία εξαιτίας της υπερβολικής δράσης των ελευθέρων ριζών.
Κατανοεί κανείς λοιπόν τη σημασία των φυσιολογικών τιμών σιδήρου και της τακτικής μέτρησης των επιπέδων όλων των παραμέτρων που σχετίζονται με την κατάσταση του σιδήρου. Θα πρέπει λοιπόν κάποιος να μην επαφίεται στις τιμές της αιμοσφαιρίνης για να αξιολογήσει την κατάσταση του σιδήρου αλλά να αξιολογεί και άλλους δείκτες όπως ο αιματοκρίτης, η φερριτίνη, η τρανσφερίνη η ολική σιδηροδεσμευτική ικανότητα (ΤIBC) και ο κορεσμός της τρανσφερίνης. Με αυτό τον τρόπο θα έχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την κατάσταση του σιδήρου του αθλητή πριν αποφασίσει να ξεκινήσει τη συμπληρωματική λήψη σιδήρου.
Πρωταρχικός σκοπός της βιοχημικής αξιολόγησης πρέπει να είναι η προστασία της υγείας του αθλητή και μετά η μεγιστοποίηση της απόδοσης.
Τζιαμούρτας Θανάσης